Morto στα ελληνικά

Μετάφραση: morto, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισχυρός, υπολείμματα, πτώμα, ερείπια, αλύγιστος, άκαμπτος, άργιλος, λείψανα, νεκρός, νεκρών, νεκρά, νεκρό, νεκρούς
Morto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mortalidade στα ελληνικά - θνησιμότητα, θνησιμότητας, θνησιμότητας λόγω, της θνησιμότητας, τη θνησιμότητα
  • morte στα ελληνικά - θάνατος, προστυχαίνω, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
  • mosquito στα ελληνικά - κουνούπι, μουσίτσα, βρύο, κουνουπιών, κουνούπια, κουνουπιού, των κουνουπιών
  • mostarda στα ελληνικά - μουστάρδα, κουτσουρεύω, μουστάρδας, σιναπιού, τη μουστάρδα, σινάπι
Τυχαίες λέξεις
Morto στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισχυρός, υπολείμματα, πτώμα, ερείπια, αλύγιστος, άκαμπτος, άργιλος, λείψανα, νεκρός, νεκρών, νεκρά, νεκρό, νεκρούς