Ζητιανεύω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ζητιανεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
implore, mendigar, rogar, implorar, pedir, cadge, cravar, viver de expedientes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ζητιανεύω
ζητιανεύω συνώνυμα, ζητιανεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ζητιανεύω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ζημιά στα πορτογαλικά - deteriorar, danos, avariar, represa, estrago, avaria, danificar, ...
- ζητιάνος στα πορτογαλικά - pedinte, mendigo, mendiga, pobre
- ζητωκραυγάζω στα πορτογαλικά - ânimo, alegria, alegrar, animar, elogio
- ζητώ στα πορτογαλικά - suplicar, petição, pedir, iludir, demanda, postular, adiar, ...
Τυχαίες λέξεις
Ζητιανεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: implore, mendigar, rogar, implorar, pedir, cadge, cravar, viver de expedientes
Μεταφράσεις: implore, mendigar, rogar, implorar, pedir, cadge, cravar, viver de expedientes