Θηλαστικό στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θηλαστικό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
maltratar, mamífero, mam�ero, mamífero marrom, mamíferos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θηλαστικό
φάλαινα θηλαστικό, θηλαστικό του κονγκό, θηλαστικό της αφρικής, έχιδνα θηλαστικό, πρωτεύον θηλαστικό, θηλαστικό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θηλαστικό στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θεός στα πορτογαλικά - deus, cabra, a Deus, o deus, god
- θηλάζω στα πορτογαλικά - quão, sugue, mamar, amamentar, sugar, como, chupar, ...
- θηλαστικός στα πορτογαλικά - mamíferos, de mamíferos, mamífero, mamífera, dos mamíferos
- θηλιά στα πορτογαλικά - assomar, tear, laço, armadilha, soga, corda, noose
Τυχαίες λέξεις
Θηλαστικό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: maltratar, mamífero, mam�ero, mamífero marrom, mamíferos
Μεταφράσεις: maltratar, mamífero, mam�ero, mamífero marrom, mamíferos