Κάλυμμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κάλυμμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
envoltório, embrulhar, cobertura, tampa, capa, tampa do, cobertura de
Κάλυμμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάλυμμα

κάλυμμα καρέκλας, κάλυμμα κρεβατιού, κάλυμμα τιμονιού, κάλυμμα καλωδίων, κάλυμμα λεβιέ ταχυτήτων, κάλυμμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κάλυμμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κάλπικος στα πορτογαλικά - falsificar, pseudo, de pseudo, pseudo-
  • κάλτσα στα πορτογαλικά - sociedade, meia, peúga, palmilha, da peúga, sock
  • κάλυψη στα πορτογαλικά - seguros, cobertura, cobertura de, a cobertura, de cobertura, cobertura da
  • κάμερα στα πορτογαλικά - câmera, câmara, de câmara, câmera de, da câmera
Τυχαίες λέξεις
Κάλυμμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: envoltório, embrulhar, cobertura, tampa, capa, tampa do, cobertura de