Κακότροπος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κακότροπος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arisco, brusco, rabugento, duro, crusty, encrostado, estaladiço
Κακότροπος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κακότροπος

κακότροπος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κακότροπος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κακόμοιρος στα πορτογαλικά - fracasse, miserável, lastimável, pobre, coitado, mau, indigente, ...
  • κακός στα πορτογαλικά - mal, evidente, ruim, mau, má, bad
  • καλά στα πορτογαλικά - poço, soldador, poços, bem, bom, cisterna, assim, ...
  • καλάθι στα πορτογαλικά - cesta, cesto, carrinho, cesta de, Comprar
Τυχαίες λέξεις
Κακότροπος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: arisco, brusco, rabugento, duro, crusty, encrostado, estaladiço