Κανονικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κανονικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
normal, natural, habitual, normais, normal de, o normal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κανονικός
κανονικόσ πίνακασ, κανονικός ορισμός, κανονικός συνώνυμα, κανονικόσ αριθμόσ σφυγμών, κανονικός κύκλος περιόδου, κανονικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κανονικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κανονίζω στα πορτογαλικά - ajustar, regular, arranjar, sentar, montagem, estabelecer, arrumar, ...
- κανονικά στα πορτογαλικά - normalmente, geralmente, normal
- κανονισμός στα πορτογαλικά - portaria, regra, regulamentos, regular, regulamento, preceito, regulação, ...
- καντίνα στα πορτογαλικά - cantina, cantil, refeitório, cantinas, cantina de
Τυχαίες λέξεις
Κανονικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: normal, natural, habitual, normais, normal de, o normal
Μεταφράσεις: normal, natural, habitual, normais, normal de, o normal