Κεφαλαιοποιώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κεφαλαιοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
capitalizar, capitalizado, capitalizados, capitalizada, capitalizadas, maiúscula
Κεφαλαιοποιώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κεφαλαιοποιώ

κεφαλαιοποιώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κεφαλαιοποιώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κεφάτος στα πορτογαλικά - alegre, jovial, festivo, Feliz, merry, do Feliz, inverno
  • κεφαλαιοποίηση στα πορτογαλικά - capitalização, de capitalização, capitalização de, a capitalização, maiúsculas
  • κεφαλιά στα πορτογαλικά - cabeça, encabeçamento, cabeçalho, de cabeçalho, cabeçalho de, cabeçalho da, cabeçalho do
  • κεχρί στα πορτογαλικά - painço, milheto, millet, milho painço, o painço
Τυχαίες λέξεις
Κεφαλαιοποιώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: capitalizar, capitalizado, capitalizados, capitalizada, capitalizadas, maiúscula