Κουπόνι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κουπόνι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
privada, retrete, prova, aceno, símbolo, cupom, cupão, coupon, de cupom, cupom de
Κουπόνι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουπόνι

κουπόνι προσφοράς public, κουπόνι μπάσκετ, κουπόνι πάμε στοίχημα οπαπ, κουπόνι στοιχήματος live, κουπόνι στοίχημα οπαπ, κουπόνι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κουπόνι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κουνώ στα πορτογαλικά - sacudir, eixo, pedra, abalar, bambolear, robô, abanar, ...
  • κουπί στα πορτογαλικά - almofada, carvalho, pá, remo, raquete, da pá, de pá
  • κουράζω στα πορτογαλικά - pneu, ladear, cansar, aro, gorjeta, pneumático, virola, ...
  • κουρέας στα πορτογαλικά - cabeleireiro, barbeiro, Barber, de barbeiro, do barbeiro, Barbearia
Τυχαίες λέξεις
Κουπόνι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: privada, retrete, prova, aceno, símbolo, cupom, cupão, coupon, de cupom, cupom de