Μανιακός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μανιακός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
louco, maníaco, maniac, maníaca, maniaco
Μανιακός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιακός

μανιακός εγώ ειμί το φως download, μανιακός - αθήνα 2000 στιχοι, μανιακός τα όνειρα μας στίχοι, μανιακός εγώ ειμί το φως, μανιακός - αθήνα 2000, μανιακός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μανιακός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μανδύας στα πορτογαλικά - cortina, capa, reposteiro, casaco, manto, envoltório, mantle, ...
  • μανεκέν στα πορτογαλικά - modalidade, moldar, modo, modelar, plasmar, moda, modelação, ...
  • μανιασμένος στα πορτογαλικά - prado, selvagem, feroz, furioso, raivoso, bravio, fulo, ...
  • μανιβέλα στα πορτογαλικά - manivela, de manivela, crank, da manivela, manivela de
Τυχαίες λέξεις
Μανιακός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: louco, maníaco, maniac, maníaca, maniaco