Μεγαλείο στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μεγαλείο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
glória, majestade, glorificar, esplendor, splendor, o esplendor, splendour
Μεγαλείο στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεγαλείο

μεγαλείο αγγλικά, μεγαλείο συνώνυμα, είναι μεγαλείο, μεγαλείο translation, μεγαλείο των τεχνών, μεγαλείο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μεγαλείο στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μεγάφωνο στα πορτογαλικά - alto-falante, altifalante, altifalantes, loudspeaker, do altifalante
  • μεγέθυνση στα πορτογαλικά - ampliação, de ampliação, aumento, ampliação de, magnificação
  • μεγαλειώδης στα πορτογαλικά - alto, majestoso, milho, elevado, eminente, real, grande, ...
  • μεγαλοποιώ στα πορτογαλικά - magnífico, aumentar, exagerar, overdraw, sacar a descoberto, sacar acima do saldo
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλείο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: glória, majestade, glorificar, esplendor, splendor, o esplendor, splendour