Παραδόπιστος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: παραδόπιστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
significar, avarento, meio, achar, avaro, denotar, tencionar, refeição, entender, media, paradopistos
Παραδόπιστος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραδόπιστος

παραδόπιστος συνώνυμο, παραδόπιστος ετυμολογία, παραδόπιστος λεξικό, παραδόπιστος σημαίνει, παραδόπιστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παραδόπιστος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • παραδοχή στα πορτογαλικά - aplauso, aprovação, admissão, a admissão, entrada, de admissão, internação
  • παραδρομή στα πορτογαλικά - lapso, desprezar, desrespeitar, apedrejar, escorregar, caducar, deslizamento, ...
  • παραζάλη στα πορτογαλικά - ventre, confusão, barulho, tontura, vertigem, tonturas, giddiness, ...
  • παραθέτω στα πορτογαλικά - citações, mencionar, justapor, jovem, citar, citação, Citar, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραδόπιστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: significar, avarento, meio, achar, avaro, denotar, tencionar, refeição, entender, media, paradopistos