Περιστρεφόμενος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: περιστρεφόμενος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rotativo, rotação, rotativa, girando, de rotação
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιστρεφόμενος
περιστρεφόμενος ναός επικούρειου απόλλωνα, περιστρεφόμενος ναός, περιστρεφόμενος δερβίσης, περιστρεφόμενος κομποστοποιητής, περιστρεφόμενος κάδος κομποστοποίησης, περιστρεφόμενος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, περιστρεφόμενος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- περιστρέφομαι στα πορτογαλικά - derramamento, rotação, derramar, revolucionar, voltar, volver, girar, ...
- περιστρέφω στα πορτογαλικά - revolucionar, voltar, volver, giro, slue, enormidade, dar voltas
- περιστροφή στα πορτογαλικά - rotação, de rotação, a rotação, rotação de, rota�o
- περιστροφικός στα πορτογαλικά - rotativo, giratório, Rotary, rotativa, giratória
Τυχαίες λέξεις
Περιστρεφόμενος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: rotativo, rotação, rotativa, girando, de rotação
Μεταφράσεις: rotativo, rotação, rotativa, girando, de rotação