Πουρμπουάρ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πουρμπουάρ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bico, pico, cimo, cume, minúsculo, ponta, ápice, vértice, ladear, dica, gorjeta, ponta de, extremidade
Πουρμπουάρ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πουρμπουάρ

πουρμπουάρ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πουρμπουάρ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πουλί στα πορτογαλικά - ave, moça, rapariga, garota, menina, aves, pássaro, ...
  • πουλώ στα πορτογαλικά - vender, mesma, ceder, comerciar, mesmo, I, eu, ...
  • πούδρα στα πορτογαλικά - pobreza, pó, em pó, pó de, de pó, do pó
  • πούλμαν στα πορτογαλικά - adestrar, autocarros, autocarro, exercitar, vagão, treinar, treinador, ...
Τυχαίες λέξεις
Πουρμπουάρ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bico, pico, cimo, cume, minúsculo, ponta, ápice, vértice, ladear, dica, gorjeta, ponta de, extremidade