Pico στα ελληνικά
Μετάφραση: pico, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πουρμπουάρ, ανάδειξη, στέμμα, ανύψωση, κορυφή, κορόνα, κορώνα, ύψωση, αυτοκόλλητο, ύψος, αποκορύφωμα, κορυφώνω, ρεγάλο, θήκη, ποδοκόπι, οικόσημο, αιχμή, αιχμής, κορυφής, μέγιστη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- picareta στα ελληνικά - συλλέγω, κασμάς, μαζεύω, πάρει, επιλέξετε, διαλέξετε, να πάρει, ...
- piche στα ελληνικά - αργός, κατράμι, ναύτης, καθυστερημένος, πίσσα, γηπέδου, αγωνιστικό χώρο, ...
- piedade στα ελληνικά - συμπάθεια, συμπόνια, οίκτος, κρίμα, οίκτο, λυπηρό το γεγονός, λυπηρό το, ...
- piedoso στα ελληνικά - ευσεβής, ευσεβείς, ευσεβή, ευσεβών, ευσεβούς
Τυχαίες λέξεις
Pico στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πουρμπουάρ, ανάδειξη, στέμμα, ανύψωση, κορυφή, κορόνα, κορώνα, ύψωση, αυτοκόλλητο, ύψος, αποκορύφωμα, κορυφώνω, ρεγάλο, θήκη, ποδοκόπι, οικόσημο, αιχμή, αιχμής, κορυφής, μέγιστη
Μεταφράσεις: πουρμπουάρ, ανάδειξη, στέμμα, ανύψωση, κορυφή, κορόνα, κορώνα, ύψωση, αυτοκόλλητο, ύψος, αποκορύφωμα, κορυφώνω, ρεγάλο, θήκη, ποδοκόπι, οικόσημο, αιχμή, αιχμής, κορυφής, μέγιστη