Προσανατολίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προσανατολίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
orientar, Oriente, oriental, Orient, de oriente
Προσανατολίζω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσανατολίζω

προσανατολίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προσανατολίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προσήλωση στα πορτογαλικά - aplicação, aplicarão, dedicação, a dedicação, dedication, dedicatória, empenho
  • προσήνεια στα πορτογαλικά - afabilidade, agrado, amabilidade, affability
  • προσαράσσω στα πορτογαλικά - razão, terras, terra, país, base, encaixar, fundo, ...
  • προσαρμογή στα πορτογαλικά - adaptação, ajuste, ajustamento, de ajuste, ajuste de, de ajustamento
Τυχαίες λέξεις
Προσανατολίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: orientar, Oriente, oriental, Orient, de oriente