Ωστόσο στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ωστόσο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ontem, ainda, já, porém, contudo, jamais, entretanto, nunca, embora, todavia, no entanto
Ωστόσο στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωστόσο

ωστόσο επίρρημα, ωστόσο λεξικό, ωστόσο μετάφραση, ωστόσο κόμμα, ωστόσο αγγλικά, ωστόσο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ωστόσο στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ωριμότητα στα πορτογαλικά - maturidade, vencimento, prazo, a maturidade, o vencimento
  • ωρύομαι στα πορτογαλικά - vagueie, rugido, rugir, gritar, grito, gritam, grita, ...
  • ωτακουστώ στα πορτογαλικά - aéreo, ouvir por acaso, ouvir secretamente, ouvir, overhear, escutar
  • ωφέλεια στα πορτογαλικά - perfil, vantagem, beneficiar, proveito, lucros, benefício, lucro, ...
Τυχαίες λέξεις
Ωστόσο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ontem, ainda, já, porém, contudo, jamais, entretanto, nunca, embora, todavia, no entanto