Ωστόσο στα ολλανδικά

Μετάφραση: ωστόσο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
echter, niettemin, desondanks, maar, toch, nog, evenwel, wel, nochtans
Ωστόσο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωστόσο

ωστόσο επίρρημα, ωστόσο λεξικό, ωστόσο μετάφραση, ωστόσο κόμμα, ωστόσο αγγλικά, ωστόσο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ωστόσο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ωριμότητα στα ολλανδικά - rijpheid, vervaldag, looptijd, volwassenheid, vervaldatum
  • ωρύομαι στα ολλανδικά - daveren, bulderen, loeien, brullen, gillen, schreeuw, krijsen, ...
  • ωτακουστώ στα ολλανδικά - afluisteren, overhear, stelden, stelden ons, meeluisteren
  • ωφέλεια στα ολλανδικά - gewin, winst, pré, verdienste, voordeel, baat, utility, ...
Τυχαίες λέξεις
Ωστόσο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: echter, niettemin, desondanks, maar, toch, nog, evenwel, wel, nochtans