Όπως στα πορτογαλικά
Μετάφραση: όπως, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estimar, como, semelhante, prezar, gostar, similar, amar, quão, tão, porque, relâmpago, parecido, tal como, tais como, como o
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όπως
όπως πάνω έτσι και κάτω, όπως ξυπνούν οι εραστές - αγγελάκας βελιώτης, όπως θα παίρνω τις στροφές, όπως τα βλέπει κανείς, όπως είσαι σήκω φύγε stixoi, όπως λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, όπως στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- όπλο στα πορτογαλικά - armas, braço, sucursal, colar, arma, espingarda, gengiva, ...
- όπου στα πορτογαλικά - onde, donde, em que, que, em
- όραμα στα πορτογαλικά - visão, visível, a visão, visão de, de visão, da visão
- όραση στα πορτογαλικά - visível, vista, avistar, aspecto, passeio, visão, calçada, ...
Τυχαίες λέξεις
Όπως στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: estimar, como, semelhante, prezar, gostar, similar, amar, quão, tão, porque, relâmpago, parecido, tal como, tais como, como o
Μεταφράσεις: estimar, como, semelhante, prezar, gostar, similar, amar, quão, tão, porque, relâmpago, parecido, tal como, tais como, como o