Μπήγω στα ρουμανικά

Μετάφραση: μπήγω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
conduce în, treci prin
Μπήγω στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπήγω

μπήγω συνώνυμα, μπήγω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μπήγω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • μπέρδεμα στα ρουμανικά - confuzie, confuzii, confuzia, confuziei, așezarea
  • μπέρτα στα ρουμανικά - cap, Bertha, bentha, berta, Berthei
  • μπαίνω στα ρουμανικά - psihiatru, intra, introduce, intra în, introduceți, intră
  • μπαγιάτικος στα ρουμανικά - mucegăit, de mucegai, învechit, prăfuit, încins
Τυχαίες λέξεις
Μπήγω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: conduce în, treci prin