Μπήγω στα σουηδικά

Μετάφραση: μπήγω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stöt, kör in, köra in, driva in, driva i, driva in i
Μπήγω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπήγω

μπήγω συνώνυμα, μπήγω λεξικό γλώσσας σουηδικά, μπήγω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • μπέρδεμα στα σουηδικά - förvirring, förväxling, förvirringen, sammanblandning, missförstånd
  • μπέρτα στα σουηδικά - udde, bertha, Berthas
  • μπαίνω στα σουηδικά - krympa, minska, skrumpna, ange, anger, träda, skriv in, ...
  • μπαγιάτικος στα σουηδικά - smaklös, unken, unket, mögelaktiga, unkna
Τυχαίες λέξεις
Μπήγω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stöt, kör in, köra in, driva in, driva i, driva in i