Τρέξιμο στα ρουμανικά

Μετάφραση: τρέξιμο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
curs, funcționare, rulare, de rulare, de funcționare, rulează
Τρέξιμο στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρέξιμο

τρέξιμο για κάψιμο λίπους, τρέξιμο για αρχάριους, τρέξιμο ονειροκρίτης, τρέξιμο στην αθήνα, τρέξιμο στο διάδρομο, τρέξιμο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, τρέξιμο στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • τρέμω στα ρουμανικά - vibraţie, tremur, tremura, tremura de slăbiciune, putea ține pe picioare, cuscută, nu se putea ține pe picioare
  • τρένο στα ρουμανικά - tren, dresa, caravană, trenul, trenului
  • τρέφω στα ρουμανικά - ridica, hrană, de alimentare, furaje, hrana, furajelor
  • τρέχω στα ρουμανικά - alerga, test, curs, viteză, grabă, cratimă, ieșire violentă, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρέξιμο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: curs, funcționare, rulare, de rulare, de funcționare, rulează