Τρέξιμο στα φινλανδικά
Μετάφραση: τρέξιμο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuljetus, juoksu, käynti, toimiva, juokseva, käynnissä, käyttöolosuhteet, juokseviin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρέξιμο
τρέξιμο για κάψιμο λίπους, τρέξιμο για αρχάριους, τρέξιμο ονειροκρίτης, τρέξιμο στην αθήνα, τρέξιμο στο διάδρομο, τρέξιμο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, τρέξιμο στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- τρέμω στα φινλανδικά - vilkku, sätkiä, tärytys, täryttäminen, värähdys, puistella, värähtely, ...
- τρένο στα φινλανδικά - juna, kouluttaa, opettaa, tähdätä, sihdata, harjoittaa, valmentaa, ...
- τρέφω στα φινλανδικά - ravita, pystyttää, kasvatus, elättää, nostaa, korottaa, kasvattaa, ...
- τρέχω στα φινλανδικά - pinkaista, juoksu, pinkaisu, edetä, koe, tungos, ryntäillä, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρέξιμο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kuljetus, juoksu, käynti, toimiva, juokseva, käynnissä, käyttöolosuhteet, juokseviin
Μεταφράσεις: kuljetus, juoksu, käynti, toimiva, juokseva, käynnissä, käyttöolosuhteet, juokseviin