Τσιμπώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: τσιμπώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
savoare, arestare, mușcătură, presare, prindere, strângere, comprimare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιμπώ
τσιμπώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, τσιμπώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- τσιμπιδάκι στα ρουμανικά - agra- fă de păr
- τσιμπολόγημα στα ρουμανικά - snacking, gustari, gustări, gustarile, mâncați între mese
- τσιπ στα ρουμανικά - bucăţică, cip, jetoane, cip de, chip de, la jetoane
- τσιράκι στα ρουμανικά - creatură, minion, favorit, răsfățat, lingău
Τυχαίες λέξεις
Τσιμπώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: savoare, arestare, mușcătură, presare, prindere, strângere, comprimare
Μεταφράσεις: savoare, arestare, mușcătură, presare, prindere, strângere, comprimare