Αδιαμφισβήτητος στα ρωσικά
Μετάφραση: αδιαμφισβήτητος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
решающий, окончательный, заключительный, убедительный, неоспоримый, бесспорный, бесспорным, бесспорно, неоспоримым
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιαμφισβήτητος
αδιαμφισβήτητος στα αγγλικά, αδιαμφισβήτητος συνώνυμο, αδιαμφισβήτητος συνώνυμα, αδιαμφισβήτητοσ ετυμολογια, αδιαμφισβήτητος λεξικό γλώσσας ρωσικά, αδιαμφισβήτητος στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- αδιάφορος στα ρωσικά - малосодержательный, небрежный, беззаботный, неинтересный, бесчувственный, безмятежный, безучастный, ...
- αδιαλλαξία στα ρωσικά - непримиримость, неуступчивость, непреклонность, непримиримости, Непримиримая
- αδιαφανής στα ρωσικά - неясный, непрозрачный, смутный, глупый, тупой, темный, светонепроницаемый, ...
- αδιαφορία στα ρωσικά - равнодушие, незначительность, безучастность, безучастие, безразличие, апатия, индифферентность, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδιαμφισβήτητος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: решающий, окончательный, заключительный, убедительный, неоспоримый, бесспорный, бесспорным, бесспорно, неоспоримым
Μεταφράσεις: решающий, окончательный, заключительный, убедительный, неоспоримый, бесспорный, бесспорным, бесспорно, неоспоримым