Νησί στα ρωσικά
Μετάφραση: νησί, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
остров, острова, острове, островом
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νησί
νησί πετρούπολη, νησί της αφροδίτης, νησί ιωαννίνων, νησί ντιέγκο γκαρσία, νησί των φαιάκων, νησί λεξικό γλώσσας ρωσικά, νησί στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- νηοπομπή στα ρωσικά - быстроногий, быстротечный, борзой, автопарк, флотилия, парк, быстрый, ...
- νησάκι στα ρωσικά - остров, островок, островков, островковых, островка, островком
- νησιώτης στα ρωσικά - островитянин, островов, Islander, островитянина, житель острова
- νηφάλιος στα ρωσικά - здравый, вытрезвлять, воздержанный, отрезвлять, умеренный, благоразумный, мрачный, ...
Τυχαίες λέξεις
Νησί στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: остров, острова, острове, островом
Μεταφράσεις: остров, острова, острове, островом