Πετσετάκι στα ρωσικά
Μετάφραση: πετσετάκι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
салфетка, подгузник, пеленка, салфеточка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πετσετάκι
πετσετάκι λεξικό γλώσσας ρωσικά, πετσετάκι στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- πετροβολώ στα ρωσικά - камень, скала, кафель, косточка, огниво, утес, оселок, ...
- πετσέτα στα ρωσικά - пеленка, полотенце, салфетка, подгузник, дубинка, полотенца, полотенцем, ...
- πετσοκόβω στα ρωσικά - щелкать, искрошить, косить, прорезь, рубить, сокращение, уменьшать, ...
- πετυχαίνω στα ρωσικά - спориться, наследовать, преуспевать, сменять, следовать, удаваться, ладиться, ...
Τυχαίες λέξεις
Πετσετάκι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: салфетка, подгузник, пеленка, салфеточка
Μεταφράσεις: салфетка, подгузник, пеленка, салфеточка