Πολλαπλασιασμός στα ρωσικά

Μετάφραση: πολλαπλασιασμός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
увеличение, умножение, приумножение, умножения, размножение, размножения, умножением
Πολλαπλασιασμός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολλαπλασιασμός

πολλαπλασιασμός τριανταφυλλιάς, πολλαπλασιασμός πινάκων, πολλαπλασιασμός με εναέριες καταβολάδες, πολλαπλασιασμός κλασμάτων, πολλαπλασιασμός αλόης, πολλαπλασιασμός λεξικό γλώσσας ρωσικά, πολλαπλασιασμός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • πολλά στα ρωσικά - многие, вполне, изобилие, избыток, благодать, обилие, благосостояние, ...
  • πολλαπλασιάζω στα ρωσικά - умножить, расплодиться, размножать, перемножать, помножить, размножить, увеличиваться, ...
  • πολλαπλός στα ρωσικά - многократный, разносторонний, трубопровод, многообразный, разнообразный, составной, многообразие, ...
  • πολλοί στα ρωσικά - благосостояние, много-много, многие, немного, богато, благодать, множество, ...
Τυχαίες λέξεις
Πολλαπλασιασμός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: увеличение, умножение, приумножение, умножения, размножение, размножения, умножением