Покойный στα ελληνικά
Μετάφραση: покойный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αργά, ησυχασμός, όψιμος, αποθανών, ήρεμος, αργός, ήσυχος, νηνεμία, τέλη, τέλη του, τέλη της, τα τέλη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесхозяйный στα ελληνικά - unowned, αφύλακτα, χωρίς ιδιοκτήτη
- виновен στα ελληνικά - ένοχος, ένοχοι, ένοχο, ένοχη, ενοχή
- ворсильщик στα ελληνικά - λιαναριστής, λανάρας, λανάρι, λαναριού, λανάρα
- драндулет στα ελληνικά - γέρικος, γέρος, παλαιός, παλαιό αυτοκίνητο, jalopy
Τυχαίες λέξεις
Покойный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αργά, ησυχασμός, όψιμος, αποθανών, ήρεμος, αργός, ήσυχος, νηνεμία, τέλη, τέλη του, τέλη της, τα τέλη
Μεταφράσεις: αργά, ησυχασμός, όψιμος, αποθανών, ήρεμος, αργός, ήσυχος, νηνεμία, τέλη, τέλη του, τέλη της, τα τέλη