Γυμνός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: γυμνός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
голи, голо, гола, гол, голото
Γυμνός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γυμνός

γυμνός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, γυμνός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • γυμνισμός στα σλαβομακεδονικά - нудизам, нудизмот
  • γυμνοσάλιαγκας στα σλαβομακεδονικά - голтка, Slug
  • γυμνώνω στα σλαβομακεδονικά - голи, голите, боси, гола, голиот
  • γυναίκα στα σλαβομακεδονικά - жената, жена, жени, жените
Τυχαίες λέξεις
Γυμνός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: голи, голо, гола, гол, голото