Εφηβεία στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εφηβεία, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пубертет, пубертетот, на пубертетот, во пубертет
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφηβεία
εφηβεία λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εφηβεία στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εφευρετικότητα στα σλαβομακεδονικά - инвентивност, инвентивноста, од инвентивноста, иновативноста, иновативност
- εφεύρεση στα σλαβομακεδονικά - изум, пронајдокот, пронајдок, пронаоѓањето, откривањето
- εφηβικός στα σλαβομακεδονικά - сексапилна
- εφημέριος στα σλαβομακεδονικά - капелан, свештеник, старешина
Τυχαίες λέξεις
Εφηβεία στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: пубертет, пубертетот, на пубертетот, во пубертет
Μεταφράσεις: пубертет, пубертетот, на пубертетот, во пубертет