Νήμα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: νήμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Тема, конец, навој, нишка, темата
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νήμα
νήμα noodles, νήμα power pro, νήμα ψαρέματος, νήμα της στάθμης, νήμα για πλέξιμο, νήμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, νήμα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- νέκταρ στα σλαβομακεδονικά - нектар, нектарот, на нектар, нектар од
- νέος στα σλαβομακεδονικά - млади, младите, младиот, млад, млада
- νίψιμο στα σλαβομακεδονικά - перење, за перење, миење, за миење, миење на
- ναι στα σλαβομακεδονικά - Да, Yes, одговорот е да
Τυχαίες λέξεις
Νήμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Тема, конец, навој, нишка, темата
Μεταφράσεις: Тема, конец, навој, нишка, темата