Πνιγηρός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πνιγηρός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
неподнослив, врел
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πνιγηρός
πνιγηρός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πνιγηρός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πνεύμα στα σλαβομακεδονικά - духот, дух
- πνεύμονας στα σλαβομακεδονικά - на белите дробови, белите дробови, белите, на белите, белодробни
- ποίημα στα σλαβομακεδονικά - песната, песна, поема, поемата
- ποίηση στα σλαβομακεδονικά - поезија, поезијата, поетски, поезијата на
Τυχαίες λέξεις
Πνιγηρός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: неподнослив, врел
Μεταφράσεις: неподнослив, врел