Πνιγηρός στα δανικά

Μετάφραση: πνιγηρός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nær, lukke, kvælende, sweltering, smeltende, kvælende varm
Πνιγηρός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πνιγηρός

πνιγηρός λεξικό γλώσσας δανικά, πνιγηρός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πνεύμα στα δανικά - ånd, ånden, Aand, alkohol
  • πνεύμονας στα δανικά - lunge, lungerne, lungen, lunge-, lunger
  • ποίημα στα δανικά - digt, digtet
  • ποίηση στα δανικά - digtekunst, digtning, poesi, digte, poesien, lyrik
Τυχαίες λέξεις
Πνιγηρός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nær, lukke, kvælende, sweltering, smeltende, kvælende varm