Πόνος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πόνος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
болката, болка, болки, болка во, болки во
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόνος
πόνος στο αυτί, πόνος στο γόνατο, πόνος στα νεφρά, πόνος στο μαστό, πόνος στο στήθος, πόνος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πόνος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πόλεμος στα σλαβομακεδονικά - војната, војна, воени, воените, за воени
- πόλη στα σλαβομακεδονικά - градот, град, градските, градскиот
- πόρθηση στα σλαβομακεδονικά - porthisi
- πόρνη στα σλαβομακεδονικά - курва, курвата, блудница, блудницата
Τυχαίες λέξεις
Πόνος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: болката, болка, болки, болка во, болки во
Μεταφράσεις: болката, болка, болки, болка во, болки во