Πόνος στα ουκρανικά
Μετάφραση: πόνος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
біль, мучити, совісність, горе, ніжність, страждання, боліти, болю
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόνος
πόνος στο αυτί, πόνος στο γόνατο, πόνος στα νεφρά, πόνος στο μαστό, πόνος στο στήθος, πόνος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πόνος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πόλεμος στα ουκρανικά - товари, товар, олень, війна, війни, война
- πόλη στα ουκρανικά - великою, гуляти, місто, місто-державу, містечко, місцевий, городок, ...
- πόρθηση στα ουκρανικά - скорення, підкорення, отой, завоювання, той, porthisi
- πόρνη στα ουκρανικά - проститутка, шльондра, кислий, торт, нечепура, терпкий, пиріг, ...
Τυχαίες λέξεις
Πόνος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: біль, мучити, совісність, горе, ніжність, страждання, боліти, болю
Μεταφράσεις: біль, мучити, совісність, горе, ніжність, страждання, боліти, болю