Μειώνομαι στα σλοβακικά
Μετάφραση: μειώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pokles, pustiť, ubúdať, znižovať, zmenšovať, mal počet, stále menej
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειώνομαι
μειώνομαι λεξικό γλώσσας σλοβακικά, μειώνομαι στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- μειονέκτημα στα σλοβακικά - nevýhoda, znevýhodnenie, nevýhodou, nevýhody, nevýhodu
- μειοψηφία στα σλοβακικά - menšina, menšinu, menšiny, menšia, malá časť
- μειώνω στα σλοβακικά - skrátiť, znížiť, skrátenie, skráti, skrátit
- μελάνι στα σλοβακικά - atrament, tuš, atramentu, inkoust, atramentom
Τυχαίες λέξεις
Μειώνομαι στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: pokles, pustiť, ubúdať, znižovať, zmenšovať, mal počet, stále menej
Μεταφράσεις: pokles, pustiť, ubúdať, znižovať, zmenšovať, mal počet, stále menej