Μειώνομαι στα τούρκικα

Μετάφραση: μειώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
damla, eksiltmek, salıvermek, azaltmak, damlamak, azalmak, wane, zayıflamak, kerestedeki kusur, batmak
Μειώνομαι στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μειώνομαι

μειώνομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, μειώνομαι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μειονέκτημα στα τούρκικα - dezavantaj, dezavantajı, bir dezavantaj, dezavantajı ise
  • μειοψηφία στα τούρκικα - azınlık, azınlıkların, azınlığın, bir azınlık
  • μειώνω στα τούρκικα - azaltmak, küçültmek, indirmek, kısaltmak, abridge, özetlemek, kısaltın, ...
  • μελάνι στα τούρκικα - mürekkep, mürekkebi, ink, mürekkebin
Τυχαίες λέξεις
Μειώνομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: damla, eksiltmek, salıvermek, azaltmak, damlamak, azalmak, wane, zayıflamak, kerestedeki kusur, batmak