Εξοικειωμένος στα σλοβενικά

Μετάφραση: εξοικειωμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pozna, seznanjeni, poznajo, poznati, seznanjen
Εξοικειωμένος στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοικειωμένος

εξοικειωμένος συνωνυμο, εξοικειωμένος συνωνυμα, εξοικειωμένος in english, εξοικειωμένος στα αγγλικα, εξοικειωμένος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εξοικειωμένος στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • εξισώνω στα σλοβενικά - enačijo, enači, enačiti, izenačiti, izenačijo
  • εξογκώνω στα σλοβενικά - bloat, napenjanja ali napihovanja
  • εξοικειώνομαι στα σλοβενικά - sem seznanjen, poznam
  • εξοικειώνω στα σλοβενικά - seznaniti, seznanijo, seznani, seznanitev, seznanili
Τυχαίες λέξεις
Εξοικειωμένος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: pozna, seznanjeni, poznajo, poznati, seznanjen