Επικουρία στα σλοβενικά
Μετάφραση: επικουρία, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pomagati, pomáhat, pomoč, pomožnik, pomoli, pomoči, pomoć, pomočjo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικουρία
επικουρία λεξικό, επικουρία συνώνυμο, επικουρία μετάφραση, επικουρία συνώνυμα, επικουρία μελών δεπ, επικουρία λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επικουρία στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- επικοινωνία στα σλοβενικά - Sporočilo, komunikacija, komuniciranje, komunikacije, komunikacijo
- επικοινωνώ στα σλοβενικά - komuniciranje, komunicirati, komunicirajo, komunikacijo, sporoči
- επικουρικός στα σλοβενικά - hčerinska družba, hčerinsko, hčerinska, hčerinsko podjetje, podružnica
- επικράτηση στα σλοβενικά - razširjenost, prevalenca, prevalence, prevalenco, obolevnost
Τυχαίες λέξεις
Επικουρία στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: pomagati, pomáhat, pomoč, pomožnik, pomoli, pomoči, pomoć, pomočjo
Μεταφράσεις: pomagati, pomáhat, pomoč, pomožnik, pomoli, pomoči, pomoć, pomočjo