Αυτάρκης στα σουηδικά
Μετάφραση: αυτάρκης, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
självförsörjande, självförsörjande på, är självförsörjande, självständig, självförsörjning
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτάρκης
είμαι αυτάρκης, αυτάρκης λεξικό, αυτάρκης ορισμός, αυτάρκης κλίση, αυτάρκης αγγλικά, αυτάρκης λεξικό γλώσσας σουηδικά, αυτάρκης στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αυτά στα σουηδικά - dem, dessa, detta, följande
- αυτάρεσκος στα σουηδικά - självbelåtna, trångsynta, självbelåten, smug, självbelåtet
- αυτές στα σουηδικά - dem, dessa, detta, följande
- αυτή στα σουηδικά - hennes, henne, hon, att hon, som hon
Τυχαίες λέξεις
Αυτάρκης στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: självförsörjande, självförsörjande på, är självförsörjande, självständig, självförsörjning
Μεταφράσεις: självförsörjande, självförsörjande på, är självförsörjande, självständig, självförsörjning