Καρούμπαλο στα σουηδικά

Μετάφραση: καρούμπαλο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
törn, knopp, vredet, ratten, reglaget
Καρούμπαλο στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρούμπαλο

καρούμπαλο στο κεφάλι, καρούμπαλο στο λαιμό, καρούμπαλο στο μέτωπο, καρούμπαλο στο γόνατο, καρούμπαλο πρώτες βοήθειες, καρούμπαλο λεξικό γλώσσας σουηδικά, καρούμπαλο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • καρνέ στα σουηδικά - anteckningsbok, bärbara, bärbara datorn, notebook
  • καρναβάλι στα σουηδικά - karneval, karnevalen, karnevals, karnevaler
  • καρπαζιά στα σουηδικά - smälla, slagkraft, clout, inflytande, tyngd
  • καρπαζώνω στα σουηδικά - slagkraft, clout, inflytande, tyngd
Τυχαίες λέξεις
Καρούμπαλο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: törn, knopp, vredet, ratten, reglaget