Κουφάρι στα σουηδικά

Μετάφραση: κουφάρι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kadaver, as, stommen, stomme, slaktkroppen, slaktkroppar
Κουφάρι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουφάρι

κουφάρι συνώνυμα, κουφάρι λεξικο, κουφάρι του troktiko, κουφάρι αυτοκινήτου, κουφάρι της ραλλείου, κουφάρι λεξικό γλώσσας σουηδικά, κουφάρι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • κουτσουρεύω στα σουηδικά - trunkera, truncate, trunkerar, stympa, korta av
  • κουτός στα σουηδικά - dåraktig, dum, dumma, dumt, korkad, stupid
  • κουφός στα σουηδικά - döv, döva, hörselskadade, hörselskadade i, dövt
  • κοφίνι στα σουηδικά - korg, korgen, kundvagn, i kundvagn, varukorgen
Τυχαίες λέξεις
Κουφάρι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kadaver, as, stommen, stomme, slaktkroppen, slaktkroppar