Κουφάρι στα τούρκικα
Μετάφραση: κουφάρι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iskelet, gövde, karkas, karkasları
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουφάρι
κουφάρι συνώνυμα, κουφάρι λεξικο, κουφάρι του troktiko, κουφάρι αυτοκινήτου, κουφάρι της ραλλείου, κουφάρι λεξικό γλώσσας τούρκικα, κουφάρι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κουτσουρεύω στα τούρκικα - kesmek, kesecek, truncate, kesilemiyor, kesirli kısmını
- κουτός στα τούρκικα - saçma, aptal, aptalca, aptal bir, salak, aptalca bir
- κουφός στα τούρκικα - sağır, işitme engelli, işitme, sağırlar
- κοφίνι στα τούρκικα - sepet, sepete, Sorgu, sepeti, şarkıları almak sepete
Τυχαίες λέξεις
Κουφάρι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: iskelet, gövde, karkas, karkasları
Μεταφράσεις: iskelet, gövde, karkas, karkasları