Μετριόφρων στα σουηδικά
Μετάφραση: μετριόφρων, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ringa, ärbar, blygsam, blyg, blygsamma, måttlig, blygsamt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετριόφρων
μετριόφρων λεξικό, μετριόφρων το αντιθετο, μετριόφρων τι σημαινει, μετριόφρων σημασια, μετριόφρων english, μετριόφρων λεξικό γλώσσας σουηδικά, μετριόφρων στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μετριότητα στα σουηδικά - medelmåttighet, medelmåtta, mediocrity, medelmåttiga, medelmåttan
- μετριόφρονας στα σουηδικά - anspråkslös, oansenliga, anspråkslösa, beskedliga, anspråkslöst
- μετρώ στα σουηδικά - greve, takt, räkna, uppskatta, mått, räknas, räknar, ...
- μηδέν στα σουηδικά - noll, nolla, O
Τυχαίες λέξεις
Μετριόφρων στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ringa, ärbar, blygsam, blyg, blygsamma, måttlig, blygsamt
Μεταφράσεις: ringa, ärbar, blygsam, blyg, blygsamma, måttlig, blygsamt