Πρόσφατα στα σουηδικά
Μετάφραση: πρόσφατα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nyligen, Recently, senare tid, som nyligen, en tid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφατα
πρόσφατα θαύματα αγίων, πρόσφατα συνώνυμο, πρόσφατα έγγραφα windows 7, πρόσφατα άρθρα, πρόσφατα ανέκδοτα, πρόσφατα λεξικό γλώσσας σουηδικά, πρόσφατα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πρόστιμο στα σουηδικά - pant, fin, skön, vacker, böter, straff, bra, ...
- πρόστυχος στα σουηδικά - plump, vulgär, grov, fet, brutto, SJÄLVSVÅLDIG, bitchy, ...
- πρόσφατος στα σουηδικά - nyligen, senaste, senaste tidens, senare, Nybyggt
- πρόσφορος στα σουηδικά - lämplig, läglig, bekvämt, bekväm, praktiskt, bekväma, bekvämt till
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφατα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: nyligen, Recently, senare tid, som nyligen, en tid
Μεταφράσεις: nyligen, Recently, senare tid, som nyligen, en tid