Πρόσφατα στα ουκρανικά

Μετάφραση: πρόσφατα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
недавній, по-новому, трикутний, новіший, нещодавно, по-інакшому, нещодавній, заново, недавно, бадьоро, знов, свіжо
Πρόσφατα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσφατα

πρόσφατα θαύματα αγίων, πρόσφατα συνώνυμο, πρόσφατα έγγραφα windows 7, πρόσφατα άρθρα, πρόσφατα ανέκδοτα, πρόσφατα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πρόσφατα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πρόστιμο στα ουκρανικά - кара, розплата, сухій, точний, пенальті, хороша, виблискуючий, ...
  • πρόστυχος στα ουκρανικά - валовий, грубий, вулканолог, маса, непристойний, товстий, грос, ...
  • πρόσφατος στα ουκρανικά - перегляд, останній, останню, остання, останнього, останнє
  • πρόσφορος στα ουκρανικά - придатний, підхожий, примірка, годитися, монтаж, встановлення, зручний, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφατα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: недавній, по-новому, трикутний, новіший, нещодавно, по-інакшому, нещодавній, заново, недавно, бадьоро, знов, свіжо