Στρατολόγηση στα σουηδικά

Μετάφραση: στρατολόγηση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rekrytering, rekryterings, rekryteringen, rekrytera, anställning
Στρατολόγηση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρατολόγηση

στρατολόγηση παιδιών, στρατολόγηση συνώνυμα, παιδική στρατολόγηση, στρατολόγηση ανηλίκων, στρατολόγηση λεξικό γλώσσας σουηδικά, στρατολόγηση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • στρατολογία στα σουηδικά - värnplikt, värnplikten, värnplikts, uttagning till militärtjänstgöring, beväringstjänsten
  • στρατολογώ στα σουηδικά - rekryt, introducera, induct, införs
  • στρατός στα σουηδικά - här, armé, armén, army, arméns
  • στρατώνας στα σουηδικά - kasern, barack, Barrack, barackerna, baracken
Τυχαίες λέξεις
Στρατολόγηση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: rekrytering, rekryterings, rekryteringen, rekrytera, anställning