Αναδάσωση στα τούρκικα

Μετάφραση: αναδάσωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ağaçlandırma, ormanlaştırma, yeniden ağaçlandırma, yeniden ormanlaştırma, ağaçlandırılması
Αναδάσωση στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναδάσωση

αναδάσωση ορισμός, αναδάσωση βικιπαιδεια, αναδάσωση wikipedia, αναδάσωση αγγλικά, αναδάσωση πάρνηθας, αναδάσωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναδάσωση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αναγωγή στα τούρκικα - sadeleştirme, basitleştirme, azalma, indirgeme, azaltma, redüksiyon, küçültme
  • αναγόρευση στα τούρκικα - seçim, adaylık, adaylığı, adaylığını, aday gösterildi, aday gösterme
  • αναδίνω στα τούρκικα - çıkarmak, nefes vermek, nefes, nefes verin, exhale, ekshalasyon
  • αναδασώνω στα τούρκικα - ağaçlandırmak, yeniden ağaçlandırmak, yeniden ormanlaştırılması, yeniden ağaçlandırmamız, reforest
Τυχαίες λέξεις
Αναδάσωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ağaçlandırma, ormanlaştırma, yeniden ağaçlandırma, yeniden ormanlaştırma, ağaçlandırılması