Αποφασισμένος στα τούρκικα

Μετάφραση: αποφασισμένος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kararlı, tespit, belirlenir, belirlenen, belirlenmiştir
Αποφασισμένος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποφασισμένος

είμαι αποφασισμένος, αποφασισμένος αγγλικα, αποφασισμένος στίχοι, αποφασισμένος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποφασισμένος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αποφαίνομαι στα τούρκικα - apofainomai
  • αποφασίζω στα τούρκικα - cetvel, kararlaştırmak, belirlemek, demeç, yönetmek, kural, yönerge, ...
  • αποφασιστικός στα τούρκικα - kesin, belirleyici, kararlı, kararlı bir, kesin bir
  • αποφασιστικότητα στα τούρκικα - karar, azim, niyet, meram, belirleme, belirlenmesi, tayini, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποφασισμένος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kararlı, tespit, belirlenir, belirlenen, belirlenmiştir