Δυσχεραίνω στα τούρκικα
Μετάφραση: δυσχεραίνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sepetleri, engellemektedir, durdurmalar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσχεραίνω
δυσχεραίνω translation, δυσχεραίνω λεξικο, δυσχεραίνω αγγλικα, δυσχεραίνω αντωνυμο, δυσχεραίνω συνώνυμα, δυσχεραίνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, δυσχεραίνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δυσφορία στα τούρκικα - memnuniyetsizlik, hoşnutsuzluk, rahatsızlık, rahatsızlığı, rahatsızlık hissi, huzursuzluk, bir rahatsızlık
- δυσχέρεια στα τούρκικα - zorluk, güçlük, zorluğu, güçlüğü, zorluk seviyesi
- δυσωδία στα τούρκικα - pis koku, kokusu, koku, kötü koku, bir pis koku
- δυτικός στα τούρκικα - batı, Western, Batılı, batısında
Τυχαίες λέξεις
Δυσχεραίνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sepetleri, engellemektedir, durdurmalar
Μεταφράσεις: sepetleri, engellemektedir, durdurmalar